Τέλη της δεκαετίας του ’90 και, παρά το υποτιθέμενο «τέλος της Ιστορίας» και το θρίαμβο του φιλελευθερισμού, τα νεαρά αρσενικά της βαθιάς Αμερικής δείχνουν αποπροσανατολισμένα. Ο εκνευρισμός είναι διάχυτος, οι ρωγμές εμφανείς. Επικρατεί ο φόβος ότι μια μεγάλη βία όπου νά ’ναι θα ξεσπάσει. Ο Άνταμ Γκόρντον, τελειόφοιτος του Λυκείου της Τοπήκα, προσπαθεί να μάθει πώς ένα αγόρι γίνεται άντρας. Μέσα απ’ τους αγώνες ρητορικής, τις μονομαχίες ραπ αυτοσχεδιασμού, τις ψυχαναλυτικές συνεδρίες, ο Άνταμ έχει προλάβει να καταλάβει πως η γλώσσα δεν είναι εργαλείο χαλιναγώγησης της βίας. Η γλώσσα είναι όπλο. Ανενδοίαστα εξομολογητική και απροκάλυπτα πολιτική, η Αμερικανική αγωγή παρουσιάζει την ιστορία μιας οικογένειας σε μια εποχή σιωπηρών τεκτονικών μετατοπίσεων, μια ακτινογραφία της κουλτούρας της τοξικής αρρενωπότητας, και μια αρχαιολογία της ανόδου της νέας Δεξιάς, αναζητώντας χαμηλόφωνα έναν τρόπο ώστε να μάθουν οι άνθρωποι «και πάλι, αργά-αργά, πώς να μιλούν, μέσα στο γενικό σφυροκόπημα».